5

δεν σου ανήκω...


θα συνεχίσω να σε στραβοκοιτάω
ζήτα όσα στοιχεία μου θες
μπούκωσέ με τα δηλητήριά σου όλα
φώναζέ με "τσόγλανε" μέχρι να ξελαρυγγιαστείς
η αλήθεια δεν αλλάζει...
δεν σου ανήκω
αντίθετα,
εσύ είσαι προικιό καταρραμένο
που μου το φόρτωσαν στο σβέρκο
εσύ είσαι εκείνο το "δικό"
που να ξεφορτωθώ πασχίζω

κι όλο σκοντάφτω στα αίματα...


 
4

το κόστος

Η πρώτη μνήμη μου για τη λέξη κόστος ήταν όταν άκουσα την μητέρα μου, για μεγάλη μου δυστυχία, να μου λέει: "δεν μπορώ να στο πάρω, κοστίζει πολύ".

Αργότερα είχα την εντύπωση ότι η λέξη εντοπιζόταν μόνο δίπλα σε συγκεκριμένα επίθετα: οικονομικό κόστος, ψυχικό κόστος, πολιτικό κόστος, εργατικό κόστος, καλλιτεχνικό κόστος και πολλά άλλα.

Στην πορεία διαπίστωσα ότι το ρήμα είχε άπειρα αντικείμενα: του κόστισε τη ζωή του, του κόστισε τις σπουδές του, του κόστισε τη φήμη του,του κόστισε τα πάντα.  Κι έτσι άρχισα να συνειδητοποιώ ότι η ζωή των ανθρώπων, είτε ατομικά, είτε ομαδικά, περιστρεφόταν γύρω από την ικανοποίηση και τον προσδιορισμό αυτής της λέξης.

Ταυτόχρονα γύρω από τη λέξη προστέθηκαν κι άλλα επίθετα: φθηνό, ακριβό, άμεσο, έμμεσο, συνολικό, μερικό.  Άνοιξα τότε την μεγάλη ελληνική εγκυκλοπαίδεια, ανέτρεξα στο λήμμα κόστος κι ανάμεσα σε άλλα διάβασα τα εξής:
"κόστος: η συνολική αξία πράγματος τινός, το κόστος του σπιτιού, της ενδυμασίαςκλπ, η τιμή του πράγματος κατ' αντίθεση της τιμής πωλήσεως αυτού, το κόστος του 100 δραχμάς και το πωλούμε 110.
 Η ακριβής εκτίμηση του σνολικού κόστους είναι κεφαλαιώδους σημασίας καθότι χρησιμεύει ως βάσις για τον καθορισμό του περιθωρίου κέρδους συμφώνως με την καθορισθείσα τιμήν πωλήσεως..."

Γρήγορα όμως κατάλαβα πως οι άνθρωποι δεν συμφωνούσαν στο μέγεθος του και αντίθετα το συναρτούσανε με τις ανάγκες τους και τις επιθυμίες τους.

[...] Άρχισα τότε να αναρωτιέμαι τι είναι αυτό το κόστος που μεταμοφώνεται στα πάντα κι όπου όταν δεν ικανοποιείται προκαλεί κατ' αρχάς φόβο κι αν συνεχίσει να μην ικανοποιείται προκαλεί πανικό στους ανθρώπους με αποτέλεσμα να ορίζει τη ζωή τους.

Η μικρή μου αναζήτηση με οδήγησε στα παρακάτω συμπεράσματα:
1. το κόστος είναι αφηρημένο κι έτσι απεικονίζεται με ότι θέλει, κυρίως με χρήματα, με υλικά αγαθά
2.συνήθως καλύπτεται από τους πολλούς ενώ λίγοι το καρπώνονται
3. σπάνια καλύπτεται με συνέπεια συνεχώς να αυξάνεται
4. η αδυναμία κάλυψής του πείθει τους πολλούς να δέχονται την υποτίμηση της ζωής τους στην προοπτική του κάποτε να καλυφθεί
5. οι λίγοι διαρκώς υπενθυμίζουν την αντικειμενική αδυναμία να καλυφθεί αν οι πολλοί δεν προσπαθήσουν περισσότερο ζητώντας λιγότερα
6. αυτοί που εκπροσωπούν τους πολλούς φοβούνται περισσότερο τη γνώμη των λίγων που έχουν τα μέσα και συνεπώς ελέγχουν το κόστος
7. το κόστος οδηγεί στην εξουσία κι η εξουσία στη διόγκωση του κόστους
8. το κόστος διογκώνεται γιατί οι πολλοί προσπαθούν να μιμηθούν τη ζωή των λίγων που καθόλου δεν είναι βέβαιο πως είναι ενδιαφέρουσα
9. το κόστος μειώνεται όταν δε παράγεις αλλά δυστυχώς ο πλανήτης χρειάζεται παραγωγή
10. το κόστος ποτέ δεν ενδιαφέρεται για τη ζωή, το μόνο που το ενδιαφέρει είναι η αυτοϊκανοποίησή του
11.επιβάλλει την ικανοποίησή του τρομοκρατώντας τους πολλούς πως θα πεθάνουν αν δε καλύψουν έστω κι ένα μικρό του μέρος
12. καταδυναστεύει τη ζωή των περισσότερων ανθρώπων που δεν έχουν τα χρήματα να το αγοράσουν, παραπλανώντας τους ότι αν είναι υπομονετικοί, εργατικοί κι ολιγαρκείς μπορεί κάποτε ν' αποκτήσουν τα χρήματα για να αγοράσουν ένα μέρος του
(άρθρο του Σάββα Γαβριηλίδη, από το περιοδικό ¨Κωπηλάτες¨)
0

εβίβα

σήκωσε το ποτήρι σου.
στα μάτια κοίτα με ίσα.
τις ώρες και τις αντοχές,
μια μια σε μια ευχή,
από γυαλί φτιαγμένη
εκεί να τις χωρέσουμε


8

Τυφλός εκ γενετής



του Larry Cool

«Τακ-τακ» κτυπώ το πεζοδρόμιο με το ραβδί μου
Ελέγχω αν όντως υπάρχει ο κόσμος
Αν είναι όνειρο.

-«Έλα», με καλεί μια αισθησιακή φωνή
Την ακολουθώ σ' ένα πνιγηρά ζεστό δωμάτιο
«Άγγιξέ με, είμαι γυμνή»
Κατευθύνει το χέρι μου στις θηλές, στο αιδοίο της
-«Ποια είσαι;»
-«Η φωνή
Μεταμορφώνομαι σε ό,τι φαίνεται, σε ό,τι βλέπουν
Σε ό,τι εκλαμβάνουν ως κόσμο οι άνθρωποι».

«Τακ» με το ραβδί μου
Ο κόσμος θρυμματίζεται σε μυριάδες ψηφίδες
Καταρρέουν στην άβυσσο
Βρίσκομαι στο κενό
Δυο ήλιοι είναι σφηνωμένοι στα τυφλά μου μάτια
Από τα πέλματά μου, βρέχει.
4

σήμερα....

μεγάλωσα σ' ένα υπόγειο κάπου στην Κυψέλη
η μάνα είχε φροντίσει το παράθυρο το μοναδικό να είναι καταπράσινο
η πόρτα αν και είχε κλειδαριά ποτέ δεν κλείδωνε
αν με τον ώμο την έσπρωχνες πάντα άνοιγε - σκεύρωνε βλέπετε πάντα με τους πρώτους νοτιάδες

ψηλά στο ράφι το ράδιο
ένα wega τεράστιο
ούτε εγώ δεν ξέρω πως το κατάφεραν οι δικοί μου να το έχουν

αυτό με μεγάλωσε

δεν ξέρω γιατί σήμερα τόσο ζωντανά το θυμήθηκα να παίζει ξανά και ξανά....

12

εκ - λο(γικ)ές

δεν θα πάω 
γιατί....


και γιατί....



και γιατί...

14

ίσως

ίσως η ζωή μου
ίσως η ψυχή μου
ίσως η μνήμη μου κι ο τόπος μου
ίσως τα πατρογονικά μου
ίσως οι χαρακιές στα χέρια και στο μέτωπό μου
ίσως ο δρόμος που με το παιδί μου πασχίζω χέρι χέρι να μετρήσω
ίσως η γη που πύργωσε σα μάνα να στέρξει τους νεκρούς μου και τα θεμέλιά μου
ίσως αυτό που η μάνα μου με έμαθε να λέω εαυτό

ίσως τίποτα περισσότερο από δυο φτερούγες να μην είναι

κι ίσως πάλι άλλο να μην είναι
παρά το πως ο φόβος και η φυγοπονία μου ηττούνται
καθώς η ζωή μου  κι η ανάσα μου τινάζονται από την όποια κάννη


12

κάτω τα "κάτω"

ναι ρε ξέρω....

ξέρω πως μ' έχεις γράψει εκεί που δε πιάνει μελάνι
ξέρω πως χέστηκες για μένα
αλλά εγώ θα στο πω 
ναι ρε το προτιμώ αυτό

από αυτό



κι αφουγκράσου με
με πήρες απ' το χέρι και με πήγες εκεί που πια τίποτα δεν θα υπολογίσω  
κλωτσιά στα μαλακά, ακόμα κι αν είναι τα δικά μου, θα ρίξω
ναι ρε όσο κι αν αυτό θα σε βόλευε δεν πέθανα υπάρχω
με μάτια πεινασμένα και ψυχή διψασμένη

ΥΠΑΡΧΩ
όχι για να καταναλώνω τα καλούδια σου
αλλά για να ονειρεύομαι
και για καλό σου, σου το λέω
φοβού τους ονειροπόλους
μιας και το όνειρο δεν το κατ-έχεις
και πίστεψέ με αδύνατο το έχεις 
να το στριμώξεις στα μπακαλοτέφτερα με τους λογαριασμούς τους μίζερους της πάρτης σου

8

φθινόπωρο

ήρθε
 

 
με ξελόγιασε με χρώμα



με ξεμονάχιασε σε δάση όπου μόνο το τρίξιμο απ' το βήμα μου ακουγόταν



μου ψιθύρισε την φλυαρία - την άσκοπα χαρούμενη - των άγουρων βλαστών μες στην πληρότητα της ωριμότητάς του


με μέθυσε με τη δροσιά του πρωινού


μ' άλλαξε σε νεράιδα σε φυλλωσιές υγρές γεμάτες θάματα



μου χάρισε το γέλιο του σε χίλιες αποχρώσεις



  μου φερε και σοδειά, χάδι στον κόπο της ψυχής


κι όταν κουράστηκα αγκίδες μ' άφησε μέσα στ' ακροδάχτυλα

 

με ζέστανε

 

με χίλιους τρόπους 

κι ας λένε πως κρατάει θλίψη

(όλες οι φωτογραφίες από την φθινοπωρινή Βυτίνα)
19

τα blues της ψυχής μας

δεν ξέρω αν πράγματι το χρώμα τους είναι το μπλε.
ίσως εκείνο το μπλε το βαθύ, το λίγο πριν απ' το μαύρο.

το λίγο πριν, γιατί και μόνο που η φωνή σηκώνεται - ας είναι και σε λυγμό - σημαίνει πως ο κόσμος, ακόμα,  κρατά μια στάλα φως.


18

νυχτώνει φίλε μου

 (φωτό: o Fortino Samano, υπολοχαγός του Emiliano Zapata, στις τελευταίες του στιγμές μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα (1917). Φωτογράφος:  Agustin Victor Casasola)

Φίλε μου, για πες μου - εσύ σίγουρα το ξέρεις - θα χαθούμε σε σκοτεινές στιγμές σαν όλους τους δειλούς;
Στους χρόνους τους δίσεκτους που από καιρό φοβόμασταν μα τώρα γίναν δίνη πεινασμένη;

Νυχτώνει. Η οργή ωριμάζει, πέφτει στο χώμα. Μα σαπίζει.

Ν' ανοίξω θέλω ένα παράθυρο. Μα σαν κάνω πως τ'ανοίγω μονάχα στόματα που χάσανε τα χείλια, μου σέρνουνε την πρόστυχη λαλιά τους. 
Κι ο άνεμος ο αντίθετος να παίρνει και να γδέρνει τις ζωές μας σ' εκείνους τους λαβύρινθους που μήτε Αριάδνη ή Μινώταυρος μπορούνε ν' ανασάνουν

Φοβάμαι φίλε μου. 
Κοιτάζοντας το βλέμμα σου ξέρω πως πια για μας η νύχτα άρχισε ν' απλώνει. Ν' απλώνει τόσο πολύ ως τις καρδιές μας...

για την Αφροδίτη

μια φορά κι έναν καιρό ήταν η Αφροδίτη


για σπίτι είχε το δάσος.
όχι το οποιοδήποτε μα ένα ελατοδάσος ψηλά που όσο κι αν με την πρώτη ματιά έδειχνε καλόβολο σαν ήταν να επιβιώσεις γινότανε σκληρό

φτιάξανε και το δρόμο - μια μαχαιριά - που η Αφροδίτη ποτέ της δε συνήθισε. πάντα τον διέσχιζε λες και αφ'υψηλού τον πέρναγε, λες κι ήταν κατώτερός της.
και ήταν.

και τ' όνομα ποτέ της μάλλον δεν το έμαθε.... πως είχε κι όνομα.
μωρό το μαμουφάκι την εβάφτησε
κι εμείς είπαμε να το κρατήσουμε γιατί σαν κάτι ονοματήσεις το φέρνεις και στα μέτρα σου.

βραδάκι πάντα εσυχτήριζε το τζάμι που έβρισκε η μουσούδα της
και που από το τζάκι μας τη χώριζε.
μα κι αν πάλι το άνοιγες και μέσα τη'νε φώναζες να μπει δε σε καταδεχόταν.
άγρια ψυχή, βουνίσια.
πόσες φορές δεν ήταν μούσκεμα απ' το χιόνι και πάλι επάνω του γουστάριζε να κοιμηθεί

και πόσες άλλες υπήρξανε φορές που τα μωρά της απ' τον σβέρκο εκουβάλησε. λες κι ήθελε να ψωροπερηφανευτεί για ετούτονε το θησαυρό της

χρόνια περάσανε πολλά. και ξέχασα πως είναι να νυχτώνει κι εσύ εκεί να μην προσμένεις, πίσω απ' το τζάμι.

ήτανε βλέπεις ο δρόμος.
κι ήτανε η νύχτα
κι εσύ με των ανθρώπων τα φώτα τα δυνατά ποτέ σου καλά δεν τα επήγες

ξέρεις σκεφτόμουνα....
της φύσης σπλάχνο άγριο πάντα ήσουνα
μα πρέπει να μας αγάπησες πολύ, αφού σε μας το άφησες για να σε παραδώσουμε εκεί όπου ανήκεις... στη Γη

υγ: τούτο το καλοκαίρι παρέα με το ξεμύτισμα του φθινοπώρου υπήρξε παράξενα μεγάλο.
εχώρεσε πολλούς αποχωρισμούς
18

τι έμαθα ξεχνώντας....

έμαθα πως οι λέξεις είναι άχρηστες
ξεχνώντας πως είναι η ανάσα μου συλλαβητάρι

έμαθα τον πόνο να ξεπουλάω στο ζύγι, μ' αντίβαρο μονάδες τηλεθέασης
ξεχνώντας ότι αυτός με γέννησε

έμαθα πως η ζωή έχει τιμή πώλησης και αγοράς
ξεχνώντας πως πολύ πάνω από το μπόι μου είναι και μόνο προσκύνημα της πρέπει

έμαθα πως η πόρτα μου, ο φίλος ο καλύτερός μου είναι
ξεχνώντας πως μόνο τα χνώτα από ότι γύρω μου ανασαίνει μπορούν να οργώσουν την ψυχή μου

έμαθα πως ο φόβος είναι φίλος
ξεχνώντας πως η σιωπή ταιριάζει μονάχα στους θεούς

έμαθα πως άνθρωπος θα πει να "έχεις"
ξεχνώντας πως το να ζεις είναι "υπάρχεις"

έμαθα πως τα θάματα ανοησίες είναι
ξεχνώντας το Χώμα, το Σπόρο, τον 'Ερωτα, το Θάνατο

έμαθα πως το παιδί μου πρέπει σε μένανε να μοιάσει
ξεχνώντας πως Ευτυχία και Ζωή δε μου ανήκουν

έμαθα να ζω σε "πριν" και σε "μετά"
ξεχνώντας πως μόνη ζωή που γύρω μου αφήνω είναι μια μια η ανασαιμιές μου

έμαθα πως καλός θα πει υπάκουος δίχως κρίση
ξεχνώντας πως άλλος δρόμος δεν υπάρχει παρά μονάχα αυτός που ανοίγω περπατώντας

έμαθα πως σκέψη, επιθυμία, πόλεμος, αγάπη και καρδιά έχουν τα σύνορα που κάποιοι τους εβάλανε
ξεχνώντας πως όρια τέτοια η ψυχή ποτέ της δεν εχάραξε

έμαθα να σκύβω το κεφάλι
ξεχνώντας πως για ν' αγναντεύει ουρανό εφτιάχτη...

16

μετά το παπούτσι

Όχι όχι οφείλω να το παραδεχτώ.
Η ιστορία με το παπούτσι άγγιξε το πανελλήνιο. 
Μπορεί να ήτανε στημένο, μπορεί να έχει ήδη ξεχαστεί όμως τόσο το ρίγος το εθνικό, όσο και η απογοήτευση, η βαθιά, για τον χαμένο στόχο παραμένουν αναμφισβήτητα ολοζώντανα. Ενεργοποιούν τη φαντασία την δημιουργική. 
Τόσο δηλαδή που ναι το παραδέχομαι.  Εκεί που αμέριμνα κάθομαι και παρακολουθώ τηλεαστέρες και πολιτικούς να παπαρολογούν ασυστόλως στα παραθύρια της τι-βης - τύφλα να 'χει το παπούτσι - άλλα εγώ ονειρεύομαι...
Κάτι σαν αυτό αυτό ας πούμε:

23

η ηχώ




- μαμά, μαμά....να σου ζητήσω μια χάρη;
- λέγε τι είναι πάλι;
- αν μπορείς βρες ένα μέρος να σταματήσεις το αυτοκίνητο που να μην έχει ανθρώπους και σπίτια κοντά
- γιατί παιδάκι μου; που να σταματήσω μέσα στο σκοτάδι και την ερημιά!
- μες στο δάσος δεν είμαστε;
- ναι
- και το δάσος κάνει ηχώ, έτσι δεν είναι;
- ναι
- ε θέλω να βγω και να φωνάξω με όλη μου τη δύναμη για να μου πει και το βουνό και το δάσος "χρόνια πολλά"


4

..."δεν θέλω να γλιτώσω από τα όμορφα"...

ποτέ μου τελικά δεν το ξεδιάλυνα.  
αγάπη είναι ή έχθρητα;
όταν τα σπλάχνα τους ανοίγουνε να με δεχτούν ολάκερος είναι ο έρωτας του κόσμου τούτου.
σαν όμως την πλάτη μου γυρίζουνε... γίνεται το σκοτάδι δυο δράμια πιο πηχτό.
κι όλο στον πειρασμό δεν αντιστέκομαι κι όλο και σκέφτομαι πως θα τανε αν δεν υπήρχαν. αν η εικόνα τους δεν άστραφτε στα σωθικά μας.
δίχως το γέλιο το κλάμα δεν υπάρχει - έτσι μου λέει το μυαλό.
μα η καρδιά μου γνέφει, λίγο πιο πάνω - σ' ένα αγνάντι - να σταθώ. και βλέπω και τα δυο δικά μου να 'ναι, ανάσα μου
δίχως αυτά το αγνάντι δεν θα υπήρχε



(τραγούδι: Active Member - Σωκράτης Μάλαμας)
0

μήπως μπορείτε να βοηθήσετε;

επειδή ο όποιος τρόπος του να χάνεις πονάει
κι επειδή κάποιες συμπτώσεις είναι κακές



Χάθηκε το βράδυ της Τετάρτης, 21 Ιουλίου 2010, από την περιοχή του Ωρωπού, το ηλικίας 13 μηνών αρσενικό ασπρόμαυρο pointer της φωτογραφίας. Φορούσε μαύρο κολάρο και λευκό Scalibor.
Eίναι σκυλί συντροφιάς και ΔΕΝ ΚΥΝΗΓΑΕΙ.
Δίνεται ΑΜΟΙΒΗ σε όποιον βοηθήσει στην ανεύρεσή του.

Τηλέφωνο επικοινωνίας: 6996851051
38

αντίο...

άλλο τίποτα
μόνο δυο μάτια καταγάλαζα...
σαν περιμέναν... 

και πόσο μα πόσο ξέρανε πως η σοφία του κόσμου όλου 
κρυμμένη είναι 
εκεί που όταν το "θέλω"
 πάει να ξεμυτίσει 
σε "σ΄αγαπώ" να αλλάζει


δυο παραθύρια γαλανά ήταν τα μάτια σου
όταν τα πάντα γύρω σκοτεινιάζαν

ζωή  μοιράστηκα μαζί σου
και τώρα τι να πω 
μονάχα 
ευχαριστώ
που μου μαθες τον κόσμο αλλιώς 
- μέσα από τα μάτια σου - 
να βλέπω 

.....κι ότι μου λείπεις

ζουζούκα μου ώρα σου καλή.....




12

Προορισμοί

Είναι κάποια ταξίδια... Ανέλπιστα. 
Που έρχονται εκεί που λιγότερο τα περιμένεις. Και που πριν καλά καλά το καταλάβεις έχουν τρυπώσει σ' εκείνες τις στροφές τις πιο απότομες,τις πλέον γλιστερές της ψυχής σου. 

Έχουν και φως και χρώμα και οσμή. 
Φως από ανοιχτό χαμόγελο, χρώμα ματιών κόντρα σαν στέκονται στον ήλιο και ευωδειά απ' της νυχτιάς τ'ολάνθιστο λουλούδι στα σπλάχνα του καλοκαιριού.

Τα παίρνεις το κατόπι - δεν το μπορείς αλλιώς. 
Τυφλά βαδίζεις πίσω τους χωρίς να τολμάς καμιά ελπίδα. Ακόμα και τη λαχτάρα σου τρέμεις να δεις κατάματα μήπως και πάψει το ταξίδεμα.... μήπως και στον καθρέφτη σου τον ραγισμένο δεις σε κομμάτια να σκορπάει το μάγεμα. 

Και κάπου εκεί είναι που πάντα φρένο γκάζι στα πόδια σου μπερδεύονται.
Κάνει κωλιά το όχημα και στη στροφή - εκείνη την απότομη - θα σε πετάξει έξω. 

Κι εκεί που λες πως πάει, πως το ταξίδι σε κορόιδεψε, μια μουσική πλαντάζει στα σωθικά σου μέσα. 
Μια μουσική που γίνεται χορός βήμα το βήμα. 
Κι είναι τα βήματα ετούτα, όχι μονάχα το ταξίδι, μα η ζωή σου ολάκερη σε μια στιγμή περπατημένη...

16

Ξεσκονίσματα

Κοίτα να δεις που είναι κάποια πράγματα που πάνε - ανεξήγητο το πως - παρέα. 
Λες κι υπάρχει κάποιος που τα έχει βάλει στο ίδιο ράφι και στο ξεσκόνισμα τα κουνάει ταυτόχρονα.  Ομοιότητα μεταξύ τους μπορεί να μην υπάρχει καμία.
Πέραν του του ότι τα φιλοξένει το ίδιο ράφι. 
Και το ίδιο χέρι που τα ξεσκονίζει.
Ίσως και τα ίδια μάτια στα οποία αποζητούν ν' αποτυπώσουν την ύπαρξή τους.

Άσχετο: να μην ξεχάσω για τη βδομάδα που πέρασε:
- πόσοι είπαμε νεκροί και τραυματίες κατά Γάζα μεριά;
- σήμερα είπε μωρέ ο αποτέτοιος ότι θα ελευθερωθούν αυτοί που φάγαν τον πιτσιρικά στα Εξάρχεια;
- που τ' άκουσα να δεις ...αυτό περί εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων και τα ρέστα... να τα ξεχάσουμε λέει... σα να σου ρίχνουνε βιτριόλι στη μούρη ένα πράμα

Ωχ πάλι ξεχάστηκα... Πού είχαμε μείνει;
Σε κείνο το ράφι - αν θυμάμαι καλά....


4

Ανακοίνωση πρωτοβουλίας "Ένα πλοίο για τη Γάζα"

"Τα ξημερώματα της Κυριακής 31 Μαίου, στις 4:50, ειδικές δυνάμεις του ισραηλινού στρατού, επιβαίνοντας σε ελικόπτερα και φουσκωτά σκάφη επιτέθηκαν ενάντια στα σκάφη του Στόλου της Ελευθερίας, κάνοντας χρήση πραγματικών πυρών.
Το αποτέλεσμα της πειρατικής αυτής επίθεσης, που έγινε σε διεθνή χωρικά ύδατα, 80 ναυτικά μίλια μακριά από τις ακτές του Ισραήλ και της Γάζας, ήταν απροσδιόριστος αριθμός νεκρών και περισσότεροι από 30 τραυματίες, κυρίως στο τουρκικό σκάφος Mavi- Marmara.
Καταγγέλλουμε το κράτος-τρομοκράτη του Ισραήλ για μια ακόμη πράξη διεθνούς πειρατείας ενάντια σε πολίτες από τουλάχιστον 50 χώρες που μετέφεραν ανθρωπιστική βοήθεια στην πολιορκημένη Γάζα.
Η ελληνική κυβέρνηση όχι μόνο δεν έκανε τίποτα για να προστατεύσει τη ζωή και την ασφάλεια ελλήνων πολιτών που επέβαιναν σε σκάφη που έφεραν την ελληνική σημαία, αλλά συνεχίζει τις κοινές στρατιωτικές ασκήσεις με το Ισραήλ, την ίδια στιγμή που αυτό καταλαμβάνει ελληνικό έδαφος και κακοποιεί έλληνες πολίτες. Ελληνες επιβαίνοντες, μέλη της ελληνικής αποστολής και εκπρόσωποι της πρωτοβουλίας «Ένα Καράβι για την Γάζα» καλούσαν στο Υπουργείο Εξωτερικών και έβρισκαν τα τηλέφωνα κλειστά.
Απαιτούμε από την ελληνική κυβέρνηση:
να ενεργήσει για την άμεση απελευθέρωση όλων των αιχμαλώτων και την επιστροφή των σκαφών του Στόλου της Ελευθερίας
να κλείσει την πρεσβεία του Ισραήλ
να σταματήσει τις ελληνοισραηλινές ασκήσεις, να διακόψει κάθε σχέση με το κράτος-τρομοκράτη."



ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑΣ, 
ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΙΣ 7:00  ΤΟ ΑΠΟΓΕΥΜΑ, 
ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΡΑΗΛΙΝΗ ΠΡΕΣΒΕΙΑ
6

χθες το απόγευμα στα εξάρχεια

"Σε κάθε δρόμο και πεζόδρομο που οδηγούσε στην πλατεία βρίσκονταν πολυάριθμες αστυνομικές δυνάμεις που δεν άφηναν κανέναν να περάσει. Πάρα πολλοί κάδοι απορριμμάτων ακόμα φλέγονταν. Γύρω από κάθε ομάδα ΜΑΤ και αρκετοί πολίτες που τους φώναζαν -μεταξύ άλλων- «χούντα» και «SS». Ολη την ώρα, διαδηλωτές και αστυνομικοί συγκρούονταν. Πότε λεκτικά και πότε με κλομπ και πέτρες. 

Η Ιωάννα Μανούσακα είδε τις αστυνομικές δυνάμεις να πολιορκούν την πόρτα του σπιτιού της. «Μόλις είχα επιστρέψει από την πορεία. Ακούω φασαρία και βγαίνω στην είσοδο της πολυκατοικίας μου. Κοιτάω να δω τι διάολο έχει γίνει και ορμάνε οι ΜΑΤατζήδες μέσα και αρχίζουν να μας κοπανάνε με τα κλομπ μέσα στην είσοδο. Οχι στην εξώπορτα στον δρόμο. Μέσα στην είσοδο. Μου σπάσανε τα δόντια με τα κλομπ. Κουνιούνται, πέσανε τα δόντια μου, τα βλέπεις ότι κουνιούνται. Μου σπάσανε και το χέρι. Τρέξαμε και μπήκαμε μέσα στο σπίτι μας. Μας ακολούθησαν. Προσπαθούσαν να μπούνε μέσα στο σπίτι μας. Στο σπίτι μας! Σπάσανε την κλειδαριά. Θέλανε να μπούνε μέσα». Ο άντρας της, ο συνθέτης Βασίλης Βασιλάτος, λέει: «Κρατούσαμε την πόρτα του σπιτιού κυριολεκτικά με τα σώματά μας. Είχαν μαζευτεί νωρίτερα έξω από το σπίτι μας όλες αυτές οι ειδικές δυνάμεις. Βγήκα και τους φώναξα: Τι κάνετε εδώ πέρα; Είστε καθημερινά έξω από τα σπίτια μας. Μας έχετε κάνει τη ζωή κόλαση. Μας έχετε πνίξει στα δακρυγόνα. Φύγετε, δεν θέλουμε να σας βλέπουμε. Ξαφνικά μας στρίμωξε μια ομάδα αστυνομικών. Είχαν βγάλει τα κλομπ. Πρώτα έσπασαν την εξώπορτα και την παραβίασαν. Χτύπησαν τη γυναίκα μου. Μας είδαν που μπήκαμε στο διαμέρισμα του ισογείου. Μπήκαν όλοι μέσα και προσπαθούσαν επί περίπου πέντε λεπτά να σπάσουν την πόρτα του σπιτιού μας και να μπούνε μέσα». Χωρίς να γίνει καμία σύλληψη ή προσαγωγή, οι αστυνομικές δυνάμεις αποχώρησαν. 

Λίγο νωρίτερα, ένας νεαρός με πράσινη μπλούζα και τα χέρια πισθάγκωνα πιασμένα με χειροπέδες καταφέρνει να διαφύγει από τον αστυνομικό κλοιό που τον περιφρουρεί και αρχίζει να τρέχει στην οδό Τσαμαδού και κατεύθυνση την πλατεία Εξαρχείων. Ολος ο κόσμος τον χειροκροτεί, ενώ όλες σχεδόν οι καφετέριες της πλατείας ανοίγουν τις πόρτες τους για να τον κρύψουν. Τον καταδιώκουν δεκάδες αστυνομικοί και δυνάμεις των ΜΑΤ. Σε πολλές καφετέριες δίπλα στους καφέδες και τα ποτά, βλέπει κανείς μπουκάλια με «Maalox», οξυζενέ και γάζες. Ο νεαρός με την πράσινη μπλούζα ξανασυλλαμβάνεται λίγο αργότερα μέσα σε καφετέρια. Ενώ το μαζεμένο πλήθος γιουχάριζε τους αστυνομικούς και φώναζε στον συλληφθέντα «Κώστα, δεν είσαι μόνος», καταφθάνουν προς την πλατεία περισσότεροι από 50 αστυνομικοί σε μοτοσικλέτες πατώντας όλη την ώρα τις κόρνες τους. Σε μια αστυνομική μοτοσικλέτα, ο ήχος της κόρνας έχει αντικατασταθεί από δυνατά γαβγίσματα. Αρκετοί εξ αυτών (Δύναμη Δ) μπαίνουν με τις μοτοσικλέτες τους στην οδό Τσαμαδού και σταματάνε έξω από το Στέκι των Μεταναστών. Κατά την «άγαρμπη» είσοδό τους ρίχνουν κάτω κάμποσες σταθμευμένες πολιτικές μοτοσικλέτες. Δεν αργούν να εισβάλουν μέσα στο κτίριο. Ενώ από τα μπαλκόνια τούς φώναζαν και έβριζαν, οι αστυνομικές δυνάμεις ξυλοκόπησαν παρευρισκομένους, έβγαζαν δε μέσα από το Στέκι πανό, πλακάτ και ό,τι άλλο έβρισκαν και το έσπαγαν. 

Δύο φωτογράφοι που απαθανάτιζαν αυτές τις εικόνες βρέθηκαν περικυκλωμένοι από αστυνομικούς που απαιτούσαν να σβηστούν οι φωτογραφίες τους. Σε ανακοίνωσή του το Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα αναφέρει πως «Η κυβέρνηση του ΔΝΤ και της χούντας των αγορών επιχειρεί να εκμεταλλευτεί την εγκληματική ενέργεια στην τράπεζα για να επιβάλει καθεστώς τρόμου στη χώρα. Το όργιο της αστυνομοκρατίας με τον χημικό πόλεμο και τους μαζικούς ξυλοδαρμούς κορυφώθηκε σήμερα το απόγευμα στα Εξάρχεια». * 
 (πηγή: enet)

(οι φωτογραφίες από το Στέκι των Μεταναστών από εδώ)
8

...κι η Αριάδνη έχει μπερδευτεί...


...μια πλαστική ανέμισες σημαία
πίστεψες σ' έναν άγνωστο θεό
κρέμασες το μυαλό σε μια κεραία
ειδήσεις σήριαλ και τσίμπλα rock...

...πάρε τηλέφωνο τη μοναξιά σου
ή βγες ξανά στους δρόμους της φωτιάς...
(Δ. Βάρος - "Ηλεκτρικος Θησέας" )


17

από ψηλά

Μια φορά κι έναν καιρό  - λέμε τώρα προς χάριν της συζήτησης και για να μπορέσουμε να συννενοηθούμε, καθότι τόσο η "φορά" όσο και ο "καιρός", αν πετύχεις κανέναν απ' αυτούς τους μεγαλοσοφούς του καιρού μας σίγουρα θα σε διαβεβαιώσει ότι ουδέποτε υπήρξαν.  

Αυτή τη φορά λοιπόν κι αυτόν τον καιρό (που αν ήταν καλός ή κακός θα σε γελάσω) κάποιος ή κάτι για τους εντελώς δικούς του λόγους είπε "δε φτιάχνω ένα σύμπαν έτσι  εκεί πέρα.... να το 'χω να πορεύομαι"


Και το σύμπαν εγένετο....  
Κι όχι κουβέντα δεν έχω να πω. Βγήκε με τα όλα του.  

Τι γαλαξίες, 


 τι νεφελώματα, 


τι κβάζαρ, 



τι πάλσαρ,
 

 τι ηλιακά συστήματα, τι μαύρες τρύπες.... 


Ώπα!! τα δυο τελευταία θα μπορούσαμε και να τα αποφύγουμε.  Τόσο τα συστήματα όσο και τις τρύπες τις μαύρες και τις άραχλες.  
Διότι εκεί του μάστορα αρχίσαν και του μπαίνανε ιδέες.
Και κοίταξε τώρα να δεις ανάμεσα στα άλλα τι πήγε κι έφτιαξε...


Ναι ναι για κοίταξε καλύτερα κάπου εκεί είσαι κι εσύ, είμαι κι εγώ και δυστυχώς όχι οι δυό μας μόνο. Παρέα είμαστε με ότι δημιουργήσαμε.....

ΥΓ: μην υποπτευτώ μόνο ότι τρόικες, νομισματικά ταμεία, φράγκα, οίκοι αξιολόγησης και τα ρέστα δεν είναι αποκλειστικά γήινο προνόμιο....


20

φοβάμαι....

Είναι κάτι φόβοι... ύπουλοι, δίχως ήχο με γεύση μεταλλική. 
Όσο βίαια, τόσο και γλυκά βρίσκεις τον εαυτό σου να μετράει τον δρόμο τους με βήμα, που  άραγε  αναγνώρισες ποτέ να'ναι δικό σου;
Κι ήταν το χέρι που απλώθηκε για συντροφιά, να σφίξει την παλάμη σου; 
εσένα έψαχνε ή κι αυτό γέννημα του φοβιού σου; 
ή ακόμα πιο πολύ μήπως το χέρι το παράσφιξες τσακίζοντας ότι φοβήθεις να μη χάσεις;



"Φοβάμαι τη μέρα, φοβάμαι το φως
το ψόφιο το βλέμα του δημοσίου
φοβάμαι τους δρόμους που γεννούν οδηγούς
κι εκείνους που έχουν εικόνα οσίου

Φοβάμαι τη μάνα και τον αδερφό
κι όσους μοιράζουν σαφείς οδηγίες
φοβάμαι τις θειάδες μου τις Κυριακές
γαμώτο, και του πατέρα μου τις αγωνίες

Δες ο κόσμος αυτός που βαδίζει σκυφτός
δεν ακούει, δεν κοιτά και σωπαίνει
ίσως κάποια στιγμή να θελήσει να πει
την καρδιά του ποιος φόβος βαραίνει

Φοβάμαι τις πρώτες ρυτίδες των άλλων
κι εκείνους που λένε δε θέλω να χάνω
μα απ' όλα φοβάμαι - στο λέω - πιο πολύ
όλους όσους με σπρώχνουν να πάω πιο πάνω

Φοβάμαι κι εσένανε που μ' αγαπάς
όταν μια μέρα τα μάτια θα ανοίξεις
μήπως μ' αλλάξεις μη μ' αρνηθείς
μα μωρό μου πιο πολύ φοβάμαι μήπως με πνίξεις

Και φοβάμαι κι αυτούς και φοβάμαι τους άλλους
και φοβάμαι τα οικεία και φοβάμαι τα ξένα
τους μικρούς τους φοβάμαι αλλά και τους μεγάλους
μα στο λέω πιο πολύ φοβάμαι εμένα"




24

"ποιός είδε κράτος λιγοστό..."


Ποιός είδε κράτος λιγοστό
σ’ όλη τη γη μοναδικό,
εκατό να εξοδεύει
και πενήντα να μαζεύει;
Να τρέφει όλους τους αργούς,
νά’χει επτά Πρωθυπουργούς,
ταμείο δίχως χρήματα
και δόξης τόσα μνήματα;
Νά’χει κλητήρες για φρουρά
και να σε κλέβουν φανερά,
κι ενώ αυτοί σε κλέβουνε
τον κλέφτη να γυρεύουνε;


(Γ. Σουρής)
18

ναι ρε γυρίσαμε...


Όχι ότι φύγαμε κιόλας δηλαδή…

Είναι βλέπεις και κάποιοι γυρισμοί που γίνονται έτσι χωρίς να χρειαστεί να ταξιδέψεις.  
Που επιστρέφεις χωρίς να έχεις κουνήσει ρούπι.

Δεν ξέρεις από πού, δεν ξέρεις το πως  κι ούτε ποτέ σου θυμάσαι να στήθηκες πουθενά να βγάλεις εισιτήριο.  Αυτό κάποιος άλλος στο ‘βγαλε.Με δικά σου όμως λεφτά - στα βούτηξε απ’ την τσέπη σου όταν εσύ κοιμόσουν ή όταν έκανες ότι κοιμόσουν.

Και κοίτα τώρα να δεις πράμα περίεργο…
να σου ‘χει μείνει ο γυρισμός, μα το ταξίδι χαμένο να το έχεις.  
 
Ακούς και τον ποιητή να λέει «..ευτυχισμένος που ‘κανε το ταξίδι του Οδυσσέα…»
Αλήθεια ποιο ταξίδι; της καρδιάς ; του μυαλού; του κορμιού;

Ή μήπως το άλλο που σε έπεισε πως μόνο μοναχός σου πρέπει να ταξιδεύεις

ξεχνώντας

πως αν δεν το σφίξεις το χέρι που είναι δίπλα σου θα 'ναι λες κι η ψυχή ποτέ της ταξίδι να μην πήγε
και πως για εισιτήριο δεν έχεις παρά μονάχα τα ποδάρια σου κι όπου αυτά σε βγάλουν, σα θες τη διαδρομή εσύ να την ορίσεις, χλευάζοντας τους όποιους χαρτογράφους….
22

αυτή είναι μια χαρούμενη ανάρτηση...

και για όποιον δεν κατάλαβε.... ναι αυτή είναι μια χαρούμενη ανάρτηση.
για την ακρίβεια χαζο-χαρούμενη...
που κάνει πανηγύρι με τον κώλο της....
γιατί; γιατί έτσι... ωχού μωρ' αδερφάκι μου πρέπει καλά και σώνει να υπάρχει λόγος;
πρέπει ε;  καλά καλά μην γκρινιάζεις...
υπάρχει λόγος και μάλιστα όχι ένας αλλά πολλοί.
κοίτα...


...σαν βγω απ΄την πόρτα μου κι οι λακούβες στη μέση του δρόμου ξάφνου μου κλείνουν το μάτι


...σαν περπατώντας πέσω πάνω σε φασαριόζους πιτσιρικάδες


...ή σ' άλλους που είδαν κι απόειδαν απ΄τον θυμό του έρωτα


...σαν συναντήσω και μερικούς που δεν ψάχνουν και κανένα λόγο ιδιαίτερο για να μου φωνάξουν
"ναι ρε σκάω από χαρά, έχεις κανένα πρόβλημα;"



...κι όταν ο ουρανός επιτέλους είπε να μου κάνει το χατήρι και να λάμψει εκεί στο φόντο, αφήνοντας ψίθυρο στοργικό στ' αυτί, πως τα κλαριά μπορεί να φαίνονται ξέρα... μα μέσα τους κρατούνε μυστικά τους χυμούς μας όλους


...όταν οι παπαρούνες παραμένοντας πιστές, θυμήθηκαν και φέτος πως κάτι έχουνε να κάνουν



...κι όταν τέλος απ' το περπάτημα ετούτο εκουράστηκα και βρήκα και παγκάκι ευγενικά και γενναιόδωρα για να με ξεκουράσει


ε...... τότε ναι εγώ θα κάνω πανηγύρι με τον κώλο μου.....

τι πάλι περίεργα με κοιτάς; δεν πείστηκες;

σκασίλα μου. ούτως ή άλλως το πανηγύρι ετούτο έχει χρήση αποκλειστικά ιδιωτική....

βάζω κι εγώ τα χέρια μου στις τσέπες , πιάνω το τραγούδι και συνεχίζω...


25

αφήγηση

Βρέθηκα σήμερα να περπατώ στη βροχή.  Τυλιγμένη στο πανωφόρι μου με την κουκούλα σηκωμένη και τα χέρια στις τσέπες.

Στην αρχή έκανα να βιαστώ αλλά μετά άρχισα να χαίρομαι το ψιλόβροχο που μου έβρεχε το πρόσωπο, θυμίζοντάς μου πως η μόνη πραγματικότητα τελικά είναι εκείνη στην οποία εμείς στρέφουμε το βλέμα.

Μια χούφτα στίχοι:

"Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος πηγαίνει κλαίγοντας
Κανεὶς δὲν ξέρει νὰ πεῖ γιατί
Κάποτε νομίζουν πὼς εἶναι οἱ χαμένες ἀγάπες
Σὰν κι αὐτὲς ποὺ μᾶς βασανίζουνε τόσο
Στὴν ἀκροθαλασσιὰ τὸ καλοκαίρι μὲ τὰ γραμμόφωνα

Οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι φροντίζουν τὶς δουλειές τους
Ἀτέλειωτα χαρτιὰ παιδιὰ ποὺ μεγαλώνουν
Γυναῖκες ποὺ γερνοῦνε δύσκολα
Αὐτὸς ἔχει δυὸ μάτια σὰν παπαροῦνες
Σὰν ἀνοιξιάτικες κομμένες παπαροῦνες
Καὶ δυὸ βρυσοῦλες στὶς κόχες τῶν ματιῶν

Πηγαίνει μέσα στοὺς δρόμους ποτὲ δὲν πλαγιάζει
Δρασκελώντας μικρὰ τετράγωνα στὴ ράχη τῆς γῆς
Μηχανὴ μιᾶς ἀπέραντης ὀδύνης
Ποὺ κατάντησε νὰ μὴν ἔχει σημασία

Ἄλλοι τὸν ἄκουσαν νὰ μιλᾶ μοναχὸ καθὼς περνοῦσε
Γιὰ σπασμένους καθρέφτες πρὶν ἀπὸ χρόνια
Γιὰ σπασμένες μορφὲς μέσα στοὺς καθρέφτες
Ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ συναρμολογήσει πιὰ κανεὶς
Ἄλλοι τὸν ἄκουσαν νὰ λέει γιὰ τὸν ὕπνο
Εἰκόνες φρίκης στὸ κατώφλι τοῦ ὕπνου
Τὰ πρόσωπα ἀνυπόφορα ἀπὸ τὴ στοργή

Τὸν συνηθίσαμε εἶναι καλοβαλμένος κι ἥσυχος
Μονάχα ποὺ πηγαίνει κλαίγοντας ὁλοένα
Σὰν τὶς ἰτιὲς στὴν ἀκροποταμιὰ ποὺ βλέπεις ἀπ᾿ τὸ τρένο
Ξυπνώντας ἄσχημα κάποια συννεφιασμένη αὐγὴ

Τὸν συνηθίσαμε δὲν ἀντιπροσωπεύει τίποτα
Σὰν ὅλα τὰ πράγματα ποὺ ἔχετε συνηθίσει
Καὶ σᾶς μιλῶ γι᾿ αὐτὸν γιατί δὲ βρίσκω τίποτα
Ποὺ νὰ μὴν τὸ συνηθίσατε
Προσκυνῶ"

(Γ.Σεφέρης)

και από ένα παράθυρο ένα τραγουδάκι που σαν χάδι ταξίδεψε στον αέρα.  
Και σαν ευχή...


17

μ' αγαπάς;

- μ' αγαπάς;
- σ' αγαπώ...
- μέχρι που;
- μέχρι απέναντι....










.
Back to Top